Σε περίπτωση προσβολής του -διόλου ευκαταφρόνητου- δικαιώματος επέκτασης της οικοδομής ενός συνιδιοκτήτη από έτερο συγκύριο του οικοπέδου, ο ζημιωθείς δεν μένει απροστάτευτος, αλλά μπορεί να διεκδικήσει δικαστικά την προστασία του.
Ειδικότερα, μεταξύ των δικαιωμάτων που αντιστοιχούν στους συγκυρίους ενός οικοπέδου περιλαμβάνεται, ελλείψει αντίθετης συμφωνίας, και το δικαίωμα προς τα άνω, προς τα κάτω και προς τα πλάγια επέκτασης τυχόν υφιστάμενης οικοδομής. Το δικαίωμα αυτό ανήκει από κοινού στους συγκυρίους κατά τα ποσοστά τους, ενώ οι ιδιοκτησίες που τυχόν ανεγερθούν στο μέλλον θα ανήκουν εξ αδιαιρέτου στους συνιδιοκτήτες, κατά τα ποσοστά τους.
Το παραπάνω δικαίωμα είναι, φυσικά, αποτιμητό σε χρήμα, κάτι που συνεπάγεται την δυνατότητα αξίωσης αποζημίωσης σε περίπτωση προσβολής του από οποιονδήποτε συγκύριο του οικοπέδου. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση που κάποιος συνιδιοκτήτης καλύψει κατά τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις τον αντιστοιχούντα στην ιδιοκτησία του συντελεστή δόμησης, με τρόπο που να υπερβαίνει το εκ του νόμου ή εκ της σχετικής σύμβασης δικαίωμά του, στερώντας από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες την άσκηση του δικαιώματος επέκτασης της οικοδομής, ο συνιδιοκτήτης του οποίου το δικαίωμα προσβάλλεται, έχει τις ακόλουθες δυνατότητες:
Α) να αξιώσει δικαστικά την κατεδάφιση κατά το μέτρο που υπάρχει υπέρβαση του συντελεστή δόμησης ή
Β) να αξιώσει δικαστικά αποζημίωση ίση προς την αξία κάλυψης της επιφάνειας που στερήθηκε, στην περίπτωση που τεχνικά δεν είναι δυνατή η κατεδάφιση κατά το μέτρο που υπάρχει υπέρβαση.
Αν επιλεγεί η δεύτερη δυνατότητα, η αποζημίωση θα υπολογιστεί κατά τα α. 297, 298 ΑΚ και θα συνίσταται στην αξία της επιφάνειας σε σχέση με την οποία προκύπτει κενό στην περιουσία του ζημιωθέντος, και όχι στην αξία του εξ αδιαιρέτου ποσοστού επί του εδάφους, το οποίο παρά την υπέρβαση του δικαιώματος υψούν από τον έτερο συνιδιοκτήτη εξακολουθεί να του ανήκει.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με πάγια νομολογία (ΑΠ 232/2022, 151/2017, 1692/2013 κλπ), η ζημία συνίσταται στην αξία του διαμερίσματος ή του ορόφου ή μέρος αυτών που στερήθηκε ο συνιδιοκτήτης του οικοπέδου, από την οποία πρέπει να αφαιρεθεί η αξία των υλικών και εν γένει κάθε αναγκαίας δαπάνης ανοικοδόμησης, καθώς και η αξία του εδάφους που αντιστοιχεί σε αυτό. Κι αυτό καθώς διαφορετικά ο ζημιωθείς συνιδιοκτήτης θα γινόταν αδικαιολόγητα πλουσιότερος, αφού η ζημία του θα υπολογιζόταν ανάλογα με την αξία πλήρως αποπερατωμένου οικοδομήματος με το ανάλογο ποσοστό επί του εδάφους, ενώ ο ίδιος ούτε έχει χάσει το ποσοστό επί του εδάφους, ούτε έχει πληρώσει τις δαπάνες ανέγερσης του οικοδομήματος.