Ο Άρειος Πάγος αναίρεσε δύο εφετειακές αποφάσεις, στη μία περίπτωση (ΑΠ 90/2017) κρίνοντας ότι το ποσό της αποζημίωσης για ψυχική οδύνη που είχε επιδικαστεί ήταν πολύ υψηλό και στη δεύτερη (ΑΠ 464/2017) πολύ χαμηλό. Και οι δύο αποφάσεις αφορούσαν σε επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης σε θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα. Με τις δύο αυτές νέες αποφάσεις του ο Άρειος Πάγος επανέλαβε προγενέστερη κρίση του ότι έχει τη δυνατότητα να ελέγχει αναιρετικά, στο πλαίσιο της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, το ύψος των αποζημιώσεων που επιδικάζονται από τα δικαστήρια για ψυχική οδύνη σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχημάτων.
Η απόφαση του Αρείου Πάγου με αριθμό 90/2017 αφορούσε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, που υπέστησαν οι προσφεύγοντες συγγενείς από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του οδηγού, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό ενός 43χρονου άνδρα. Ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης, επιδικάστηκε από το Εφετείο από 60.000 ευρώ στους δύο γονείς και 30.000 ευρώ στον αδελφό του θύματος.
Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι το Εφετείο ως προς το ύψος του ποσού της επιδικασθείσας ως χρηματική ικανοποίηση, «υπερέβη κατά τον καθορισμό αυτού τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, αφού τα επιδικασθέντα ποσά χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική (ακόμη και με βάση τη σχετική νομολογία που παραθέτει το Εφετείο στην προσβαλλόμενη απόφαση) και την περί δικαίου συνείδηση είναι μεγαλύτερα από τα επιδικαζόμενα σε παρόμοιες περιπτώσεις, με δεδομένη την καταγνωσθείσα κατά ποσοστό 50% συντρέχουσα αμέλεια του θανόντος».
Η δεύτερη απόφαση με αριθμό (464/2017) του Αρείου Πάγου είχε να κάνει με την επιδίκαση αποζημίωσης λόγω ψυχικής οδύνης από το Εφετείο ποσών 35.000, 15.000 και 7.000 ευρώ στη θυγατέρα της θανούσας, τον πατέρα και αδελφό, αντίστοιχα.
Κατά την κρίση του Αρείου Πάγου στην περίπτωση αυτή το Εφετείο με τα ποσά που επιδίκασε παραβίασε ευθέως την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος κι αυτό γιατί τα ποσά που προσδιόρισε υπολείπονται κατά πολύ των συνήθως επιδικαζομένων σε παρόμοιες περιπτώσεις.
Όπως επισημαίνεται στις αποφάσεις, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού σε περιπτώσεις ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, επιβάλλεται να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρα 2 παρ. 1 και 25 Συντάγματος), με την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια, όπως αυτά διαπιστώνονται από τα δεδομένα της κοινής πείρας και την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο, που αποτυπώνονται στη συνήθη πρακτική των δικαστηρίων.