Η μεταβολή του κύριου ονόματος αποφασίζεται με τελεσίδικη δικαστική απόφαση κατά την διαδικασία της εκουσίας διαδικασίας. Η αίτηση συντάσσεται και κατατίθεται στην γραμματεία του δικαστηρίου και ένα αντίγραφο κοινοποιείται στον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα.
Η αλλαγή του κυρίου ονόματος δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση. Ο νόμος αναφέρει ότι το Δικαστήριο πρέπει να αποφασίσει το κατά πόσον υπάρχει “σπουδαίος λόγος”, ο οποίος δικαιολογεί την μεταβολή του κύριου ονόματος.
Υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις κατά τις οποίες ένα μη εύηχο όνομα δικαιολόγησε μια τέτοια μεταβολή, π.χ. ένα κύριο όνομα που μοιάζει με επώνυμο ή που προκαλεί σύγχυση, είναι μερικοί λόγοι που το δικαστήριο αποδέχεται και προχωρεί στην αλλαγή του κυρίου ονόματος.
Επίσης σημαντικοί είναι και οι ψυχολογικοί λόγοι, π.χ. περιπτώσεις που η θύμηση του ονόματος είναι αρνητική και ταράζει ψυχολογικά τον κάτοχό του. Τέτοιου είδους λόγοι αν και ακραίοι έχουν γίνει δεκτοί από την νομολογία.
Λόγοι συνειδησιακοί, όπως είναι η μεταβολή του θρησκεύματος, έχουν ήδη κριθεί ότι αποτελούν σπουδαίο λόγο για την μεταβολή του κύριου ονόματος.
Ως αλλαγή κύριου ονόματος θεωρείται επίσης η τροποποίηση ή η συμπλήρωσή του. Η αίτηση διόρθωσης ή συμπλήρωσης του ονόματος ανήκει στην ευρύτερη διαδικασία διόρθωσης των στοιχείων των ληξιαρχικών πράξεων. Έτσι κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας δικάζονται και οι αιτήσεις όποιου έχει έννομο συμφέρον ή του Εισαγγελέα, με τις οποίες ζητείται η διόρθωση ορισμένου στοιχείου της ληξιαρχικής πράξης, που προβλέπεται από το νόμο ως απαραίτητο για τη σύνταξή της και το οποίο από παραδρομή ή και ηθελημένα καταχωρήθηκε στη ληξιαρχική πράξη που έχει συνταχθεί.
Αντικείμενο επομένως της αίτησης διόρθωσης, είναι η διαπίστωση των ακριβών στοιχείων, που απαιτεί ο νόμος για τη σύνταξη της ληξιαρχικής πράξης και ο τονισμός της ορθότητας αυτών, σε σύγκριση με τα στοιχεία, που βεβαιώθηκαν ανακριβώς στη ληξιαρχική πράξη, της οποίας ζητείται η διόρθωση, η δε απόφαση που εκδίδεται, ως προς τη ρυθμιστική της ενέργεια, είναι στην ουσία διαπιστωτική διορθωτική θετική διοικητική πράξη και όχι διαταγή στο ληξίαρχο για τη διόρθωση της ληξιαρχικής πράξης, που, ενδεχομένως, συντάχθηκε από αυτόν ανακριβώς, ούτε υποκαθιστά τη δική του ενέργεια, παρά δημιουργεί εις βάρος του ανωτέρω την υποχρέωση να προβεί στη σχετική διόρθωση.
Σε περίπτωση θετικής έκβασης, η τελεσίδικη απόφαση με την οποία διατάσσεται η μεταβολή του ονόματος προσκομίζεται στο ληξιαρχείο και στο δημοτολόγιο, τα οποία είναι υποχρεωμένα να προβούν στην σχετική μεταβολή.
Επίσης δεν αποκλείεται και η αλλαγή ελληνικού επωνύμου σε ξενόγλωσσο ή και το αντίστροφο.
Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο, εκτιμά όλους τους λόγους τους οποίους επικαλείται ο αιτούμενος την μεταβολή του επωνύμου του, και αποφαίνεται με βάση την σοβαρότητα των λόγων αυτών σε συνδυασμό με τα στοιχεία που προσκομίζονται από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, αν ενδείκνυται ή όχι η ζητούμενη μεταβολή, αιτιολογώντας ειδικώς, από της απόψεως αυτής, την απόφασή του.