ΕΥΘΥΝΗ ΑΠΟ ΠΤΩΣΗ ΚΤΙΣΜΑΤΟΣ
Λόγω της κακής συντήρησης πολλών κτηρίων στη χώρα μας, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου σημειώνονται τραυματισμοί περαστικών, ή ζημίες σε οχήματα συνεπεία της πτώσης κτισμάτων. Οι διάφορες κακοτεχνίες σε κτήρια καθώς και η υψηλή επικινδυνότητα αυτών, έχει οδηγήσει τον Έλληνα νομοθέτη σε θέσπιση ειδικής διατάξεως (άρθρο 925 του Αστικού Κώδικα) με την οποία προβλέπεται ευθύνη του κυρίου ή νομέα κτίσματος ή άλλου έργου έναντι τρίτου, σε περίπτωση που αυτός τραυματισθεί κατόπιν πτώσης τους.
Περισσότερα…
Η ως άνω διάταξη είναι ιδιαίτερα σημαντική διότι καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του κυρίου ή νομέα του κτίσματος, θεωρώντας κατ’ αρχήν ως αυταπόδεικτο το γεγονός ότι η ζημία του τρίτου οφείλεται σε ελαττωματική κατασκευή ή πλημμελή συντήρηση του κτηρίου. Για να αποδείξει συνεπώς ο τρίτος την ζημία του θα πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει την πτώση κτίσματος ή άλλου έργου, την προσωπική του ζημία, την αιτιώδη σχέση μεταξύ της πτώσης και της ζημίας που υπέστη και το γεγονός ότι ο υπόχρεος ήταν όντως κύριος ή νομέας του κτίσματος κατά το χρόνο της πτώσης. Αντιστρόφως δε, ο κύριος/νομέας του κτηρίου θα καταφέρει να απαλλαγεί από την υποχρέωση αποζημίωσης, μόνον εφόσον αντιτάξει και αποδείξει ότι η ζημία του τρίτου προκλήθηκε από διαφορετικό λόγο, άσχετο με την τυχόν ελαττωματική κατασκευή ή την πλημμελή συντήρηση του κτηρίου.
Προκειμένου επίσης, να μην είναι ιδιαίτερα ευρύς ο κύκλος των ευθυνόμενων προσώπων βάσει της συγκεκριμένης διάταξης, απαιτείται η πτώση να αφορά κτήριο ή άλλο οικοδομικό έργο «συνεχόμενο μετά του εδάφους». Ως κτίσμα ή έργο λοιπόν θεωρείται από τον νόμο, κάθε ανθρώπινη κατασκευή η οποία συνδέεται σταθερά με την επιφάνεια του εδάφους, ανεξαρτήτως του προορισμού του.
Αναφορικά δε με την έννοια της πτώσης, η οποία προκάλεσε την ζημία αιτιωδώς, ο νόμος εννοεί την οποιαδήποτε μορφή υποχώρησης ή κατάρρευσης του κτηρίου, ολικής ή μερικής, σύμφωνα με τον νόμο της βαρύτητας (λ.χ. πτώση σκάλας, δαπέδου ή σκεπής ή και κάποιου είδους διαρροή από αγωγό.
Ο κύριος του κτίσματος δύσκολα μπορεί να διαψεύσει την ευθύνη στο πρόσωπό του, εκτός από ιδιαίτερες περιπτώσεις ισχυριζόμενος λ.χ. ότι η πτώση του κτηρίου επήλθε από κάποιο γεγονός ανωτέρας βίας όπως ένας πολύ ισχυρός σεισμός, μια απρόβλεπτη καθίζηση του εδάφους, κεραυνοί ή ασυνήθεις καταιγίδες. Παρ’ όλα αυτά η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων είναι ιδιαίτερα επιφυλακτική μιας και έχει κριθεί σε αρκετές περιπτώσεις ότι ακόμη και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες δεν υπάγονται στην ανωτέρα βία υπό κάποιες περιστάσεις.
Είναι αυτονόητο επιπλέον, ότι ο ισχυρισμός του κυρίου του κτηρίου περί έλλειψης ευθύνης δεν θα τον ωφελήσει εάν υφίσταται διαπιστευμένη πολεοδομική παράβαση.
Αν τέλος, περισσότερα πρόσωπα είναι συγκύριοι ή συννομείς του κτίσματος, τότε ευθύνονται όλοι εις ολόκληρον έναντι του ζημιωθέντος (καθένας τους οφείλει το συνολικό ποσό της αποζημίωσης), διότι υπάρχει παράλληλη ευθύνη περισσοτέρων για την ίδια ζημία. Στις περιπτώσεις που η πτώση οφείλεται συνδυαστικά και σε άλλη παράνομη πράξη τρίτου προσώπου, τότε θα υπάρχει εις ολόκληρον ευθύνη αυτού και του κυρίου ή νομέα του κτηρίου, μιας και οι ενέργειές του συνδυαζόμενες σαν αιτίες, προκάλεσαν τον τραυματισμό του τρίτου.