ΕΙΣΦΟΡΑ ΣΕ ΕΙΔΟΣ ΠΡΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
Σημαντικότατο στάδιο για την ίδρυση μίας ανώνυμης εταιρείας είναι η συγκέντρωση του μετοχικού κεφαλαίου, το οποίο συνίσταται στο άθροισμα των μετοχών-υπό την ονομαστική τους αξία. Σύμφωνα ωστόσο με τον πρόσφατο νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες, είναι επιτρεπτή προς συμπλήρωση του μετοχικού κεφαλαίου και η εισφορά σε είδος. Εισφορές σε είδος μπορούν παραδείγματος χάριν να αποτελέσουν τόσο ακίνητα (λ.χ. ένα οικόπεδο), όσο και κινητά πράγματα (λ.χ. μεταφορικά μέσα, έπιπλα, εμπορεύματα κ.α.) αλλά και άυλα στοιχεία (όπως διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή σήματα).
Περισσότερα…
- ΠΟΤΕ ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΧΩΡΑ
Η εισφορά σε είδος είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί σε δύο διαφορετικά χρονικά σημεία. Μπορεί να γίνει είτε κατά το στάδιο ίδρυσης της ανώνυμης εταιρείας οπότε και απαιτείται σχετική αναφορά στο καταστατικό της, είτε μεταγενέστερα, ως τρόπος αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου και εφόσον έχει ληφθεί σχετική απόφαση από το αρμόδιο εταιρικό όργανο (συνήθως από την Γενική Συνέλευση της εταιρείας). Και στις δύο δε περιπτώσεις, πρέπει να καταγράφονται οπωσδήποτε το πρόσωπο που αναλαμβάνει την εισφορά καθώς και το ποσό του κεφαλαίου και αριθμός των μετοχών στον οποίο αυτή αντιστοιχεί.
ΙΙ. Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ
Όλες οι εισφορές σε είδος οφείλουν κατ’ αρχήν να είναι αποτιμητές σε χρήμα. Το έργο όμως της αποτίμησης δεν αποτελεί καθήκον των μετόχων αλλά γίνεται από δύο ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές ή από κάποια ελεγκτική εταιρεία ή από δύο ανεξάρτητους εκτιμητές -λογιστές, οι οποίοι θα συντάξουν σχετική έκθεση αποτίμησης. Σε περίπτωση δε που τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία εισφέρονται απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις ή διεθνή εμπειρία είναι δυνατόν να προσληφθούν περαιτέρω ημεδαποί ή αλλοδαποί ειδικοί εκτιμητές. Σύμφωνα δε με ρητή πρόβλεψη του νόμου (άρθρο 17 παράγραφος 4), υφίσταται απαγόρευση διενέργειας της εκτίμησης της αξίας των εισφορών για τα εξής πρόσωπα:
- Εκείνους που προβαίνουν στην εισφορά,
- Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας και
- Οποιοδήποτε άτομο το οποίο τελεί σε σχέση επιχειρηματική ή επαγγελματική με την ανώνυμη εταιρεία ή με τον εισφέροντα ή είναι σύζυγος συγγενής μέχρι β’ βαθμού με τον τελευταίο.
Σκοπός της παραπάνω πρόβλεψης είναι να γίνει χρηματική αποτίμηση της εισφοράς με αυστηρά αντικειμενικά κριτήρια της τεχνικής και της επιστήμης, καθώς τυχόν υπερτίμησή της θα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει στη δημιουργία μία ψευδούς εικόνας για το μετοχικό κεφάλαιο που διαθέτει η εταιρεία, η οποία μπορεί να αποβεί μοιραία στο μέλλον τόσο για τους μετόχους όσο και για τους πιστωτές.
Ο νομός ρυθμίζει επίσης το περιεχόμενο της έκθεσης αποτίμησης, προκειμένου αυτή να είναι κατά το δυνατό σαφής, ακριβής και ανταποκρινόμενη στην πραγματικότητα. Πρέπει λοιπόν να περιέχει: 1) Λεπτομερή περιγραφή της εισφοράς σε είδος, 2) Τις μεθόδους αποτίμησης που εφαρμόσθηκαν στη συγκεκριμένη περίπτωση, 3) Άποψη για την αξία της κάθε εισφοράς. Σε περίπτωση μάλιστα που η έκθεση αποτίμησης κατέληξε σε ένα εύρος τιμών, πρέπει να καθορισθεί και μία τελική τιμή για την εισφορά.
Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατόν να μην γίνει εκτίμηση των εισφορών σε είδος στις εξής τρεις περιπτώσεις:
- όταν αντικείμενο της εισφοράς σε είδος είναι μέσα χρηματαγοράς ή κινητές αξίες
- όταν αντικείμενο της εισφοράς σε είδος είναι περιουσιακά στοιχεία τα οποία έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο αποτίμησης για την εύλογη αξία τους από αναγνωρισμένο ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα
- όταν αντικείμενο της εισφοράς σε είδος είναι περιουσιακά στοιχεία διαφορετικά από τις κινητές αξίες ή τα μέσα χρηματαγοράς, η εύλογη αξία των οποίων προκύπτει, για καθένα από αυτά, από τους υποχρεωτικούς λογαριασμούς της εταιρείας του προηγούμενου οικονομικού έτους, εφόσον οι λογαριασμοί αυτοί αποτέλεσαν αντικείμενο ελέγχου.