Απορρίφθηκε με την απόφαση 121/2019 του Μονομελούς Εφετείου Πατρών έφεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά πρωτοβάθμιας απόφασης που το καταδικάζει να καταβάλει στην ενάγουσα συνολικό ποσό 7.830,52€, νομιμοτόκως, προς αποκατάσταση υλικών ζημιών και ηθικής βλάβης που υπέστη εξαιτίας τροχαίου ατυχήματος που προκλήθηκε από υπηρεσιακό όχημα της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οδηγός του οποίου κρίθηκε ως αποκλειστικός υπαίτιος του ατυχήματος.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, «για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης, που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Μαζί με το δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την ευθύνη των υπουργών».
Η ως άνω ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου είναι πλήρης, καλύπτουσα δηλαδή τόσο την θετική ζημία, όσο και τα διαφυγόντα κέρδη του ζημιωθέντος διοικούμενου. Δύναται εκτός αυτού, κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ, να επιδικασθεί και χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη του ζημιωθέντος, η οποία υπολογίζεται μόνο ως προς τον ίδιο και όχι για τους τυχόν «αντανακλαστικά» ζημιωθέντες οικείους του. Δεν είναι, δε, αναγκαία η απόδειξη της υπαιτιότητας του οργάνου της Διοίκησης που με την παράνομη πράξη του προκάλεσε ζημία στον διοικούμενο, αλλά αρκεί η διαπίστωση παράνομης ενέργειας ή παράλειψής του κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας και η εξ αυτής πρόκληση της ζημίας.
Εν προκειμένω, η ενάγουσα, κινούμενη καθ’ όλα σύννομα με το αυτοκίνητό της, φορώντας την ζώνη ασφαλείας της και έχοντας πράσινη ένδειξη επί του φωτεινού σηματοδότη που υπήρχε στην λωρίδα κυκλοφορίας της, συγκρούσθηκε σε συμβολή με κάθετη οδό με υπηρεσιακό όχημα της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο εκινείτο επί της καθέτου οδού. Το ως άνω υπηρεσιακό όχημα εισήλθε στην διασταύρωση, παρά το γεγονός ότι υπήρχε ερυθρή ένδειξη στον φωτεινό σηματοδότη της λωρίδας στην οποία εκινείτο, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την επακόλουθη σύγκρουση με το όχημα της εναγούσης. Ενήργησε, δηλαδή, παράνομα, κατά παραβίαση των οικείων διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, συμπεριφορά η οποία οδήγησε αιτιωδώς στο ζημιογόνο γεγονός, ήτοι στην σύγκρουση των δύο οχημάτων και στον επακόλουθο τραυματισμό της εναγούσης.
Το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο προέβαλε κατά την πρωτοβάθμια δίκη ένσταση συνυπαιτιότητας της εναγούσης αναφορικά με το τροχαίο ατύχημα, η οποία ωστόσο απορρίφθηκε με το ανωτέρω σκεπτικό. Την κρίση περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του Ελληνικού Δημοσίου επιβεβαίωσε το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο.
Η περιγραφόμενη επίδικη σύγκρουση οδήγησε στην αδυναμία της εναγούσης να εργαστεί για διάστημα περίπου ενάμιση μηνός, λόγω του τραυματισμού που υπέστη, και ως εκ τούτου να απωλέσει τα αντιστοιχούντα στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα εισοδήματα (διαφυγόντα κέρδη), τα οποία και της επιδικάσθηκαν ήδη από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφαιρουμένου του ποσού που καταβλήθηκε στην ενάγουσα από τους οικείους ασφαλιστικούς φορείς ως επίδομα ασθενείας.
Επιπλέον, επιδικάσθηκε στην ενάγουσα, κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ, χρηματική ικανοποίηση ύψους 2.000€ προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη λόγω των σωματικών βλαβών που προξενήθηκαν από το ατύχημα, καθώς και της επακόλουθης μακράς διαδικασίας αποκατάστασης στην οποία η ίδια υποβλήθηκε έπειτα από την έξοδό της από το νοσοκομείο. Κρίθηκε, δε, πως για τον υπολογισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης της ζημιωθείσης λαμβάνονται υπόψιν οι συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη το ζημιογόνο γεγονός, η ηλικία της παθούσης, η οικονομική της κατάσταση, καθώς και το είδος, η έκταση και η βαρύτητα του τραυματισμού. Αντίθετα, και σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου, η οικονομική κατάσταση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου δεν επιδρά καθ’ οιονδήποτε τρόπο, θετικό ή αρνητικό, στον υπολογισμό του ύψους της οφειλόμενης χρηματικής ικανοποίησης.
Σύμφωνο με τις ως άνω κρίσεις αναφορικά με την επιδίκαση τόσο της αποζημίωσης για την προξενηθείσα ζημία όσο και της χρηματικής ικανοποίησης προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης της εναγούσης, ήταν και το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Επομένως, η ασκηθείσα εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου έφεση απορρίφθηκε στο σύνολό της, επιβεβαιώνοντας ως εκ τούτου την αξίωση της παθούσης προς αποζημίωση και ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης για το προκληθέν από υπηρεσιακό όχημα της Ελληνικής Αστυνομίας τροχαίο ατύχημα.