Πέραν των ανήλικων τέκνων, δικαίωμα διατροφής έχουν έναντι των γονέων τους και τα ενήλικα τέκνα. Το δικαίωμα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις περιπτώσεις τέκνων που σπουδάζουν, καθώς και τέκνων που αδυνατούν να εξεύρουν εργασία ώστε να καλύψουν τις βιοτικές τους ανάγκες.
Αναλυτικότερα, οι οικείες περί διατροφής διατάξεις του Αστικού Κώδικα δεν εξαρτούν το δικαίωμα του τέκνου να ζητήσει διατροφή από οποιοδήποτε όριο ηλικίας. Έτσι, από το άρθρο 1486 ΑΚ συνάγεται ότι δικαίωμα διατροφής έχει και το ενήλικο τέκνο, εφόσον δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαίδευσής του και προς τούτο λαμβάνεται υπόψη η ικανότητά του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ορισμένου επιπέδου σπουδών. Περιλαμβάνει, δε, κατά το άρθρο 1493 ΑΚ όλα όσα είναι απαραίτητα για την συντήρηση, την ανατροφή και την εν γένει εκπαίδευσή του.
Μάλιστα, ειδικά για την περίπτωση των φοιτητών, έχει νομολογιακά κριθεί ότι η ιδιότητα του τέκνου ως σπουδαστή συνεπάγεται συνήθως ότι αυτό δεν είναι σε θέση να ασκήσει παραλλήλως οιονδήποτε επάγγελμα ή εργασία χωρίς βλάβη της υγείας του και της επιτυχούς αντιμετώπισης των σπουδών του (ΜΕφΠατρ 527/2021, ΜΠρΘεσσ 14209/2022). Αλλά και μετά το πέρας των σπουδών του είναι δυνατόν να γεννάται αξίωση του τέκνου προς διατροφή, αν λόγου χάριν παρακολουθεί πρόγραμμα μεταπτυχιακών ή διδακτορικών σπουδών, εφόσον οι σπουδές αυτές δικαιολογούνται από τις εν γένει επιδόσεις του τέκνου, καθώς και τις κρατούσες αντιλήψεις γύρω από τον συγκεκριμένο επαγγελματικό κλάδο.
Όπως και για την διατροφή του ανήλικου τέκνου, έτσι και για αυτή του ενήλικου, ως προϋπόθεση τίθεται από τον νόμο η αδυναμία κάλυψης των αναγκών του από το ίδιο, ήτοι η έλλειψη ιδίων περιουσιακών στοιχείων ή/και η αδυναμία εύρεσης εργασίας. Σε αντίθεση με τα όσα ισχύουν για τα ανήλικα τέκνα, τα οποία δεν είναι υποχρεωμένα να εξαντλήσουν την δική τους περιουσία προκειμένου να αξιώσουν διατροφή από τους γονείς τους, το ενήλικο τέκνο μόνο τότε έχει το δικαίωμα διατροφής, όταν προηγουμένως έχει αναλώσει την δική του περιουσία (ΜΕφΠειρ 145/2020).
Ειδικά ως προς την προϋπόθεση προηγούμενης ανάλωσης της περιουσίας του, η ύπαρξη περιουσίας στο όνομά του, έστω και απρόσοδης, αποκλείει το δικαίωμα διατροφής, εκτός αν το τέκνο αποδείξει ότι η ρευστοποίηση της υφιστάμενης περιουσίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο για ευτελές αντάλλαγμα, το οποίο και καθιστά τη ρευστοποίηση ασύμφορη από κάθε άποψη. Με άλλα λόγια, πρώτα θα πρέπει να «ξοδευτεί» η ίδια περιουσία, και έπειτα να ζητηθεί διατροφή.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι κανέναν ρόλο δεν διαδραματίζει η οικονομική κατάσταση του υπόχρεου προς διατροφή (δηλαδή του γονέα ή του παππού/γιαγιάς) ως προς τη γένεση του δικαιώματος διατροφής του τέκνου.