Δυνατότητα μερικής ή ολικής διαγραφής χρεών προς τις Εφορίες, τα Τελωνεία, τους Ο.Τ.Α. ή και τα ασφαλιστικά ταμεία παρέχει ο ν. 3869/2010 με πρόσθετα προνόμια την προστασία της κύριας κατοικίας από κατασχέσεις και πλειστηριασμούς και τη δυνατότητα τμηματικής αποπληρωμής τυχόν εναπομεινάντων υπολοίπων έως και σε 3 χρόνια – Προϋπόθεση οι οφειλέτες να μην είναι έμποροι, να έχουν και χρέη προς τις τράπεζες ή προς άλλους φορείς του ιδιωτικού τομέα και να τα εντάσσουν κι αυτά στο νόμο.
Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα διευκρινίζονται στη σχετική εγκύκλιο:
1) Για να ρυθμιστούν με τις ευνοϊκές διατάξεις του ν. 3869/2010 ή «νόμου Κατσέλη» ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. και τα ασφαλιστικά ταμεία θα πρέπει:
α) Ο ενδιαφερόμενος οφειλέτης (ο αιτών) να είναι φυσικό πρόσωπο, χωρίς πτωχευτική ικανότητα. Δηλαδή τη στιγμή της υποβολής της αίτησης ο οφειλέτης δεν θα πρέπει να έχει την ιδιότητα του εμπόρου. Δεν θεωρείται ότι έχουν εμπορική ιδιότητα και άρα μπορούν να υπαχθούν όσοι οφειλέτες είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, δηλαδή γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, συμβολαιογράφοι, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, εκπαιδευτές κ.λπ. και δεν ασκούν εμπορική-επιχειρηματική δραστηριότητα. Επίσης μπορούν να υπαχθούν και όσοι ασκούν «μικρεμπορία» με την έννοια ότι, αν και διενεργούν εμπορικές πράξεις, από τις οποίες αποκομίζουν κέρδος, αυτό αποτελεί περισσότερο αμοιβή της προσωπικής εργασίας τους και όχι αποτέλεσμα κερδοσκοπικών συνδυασμών βάσει επενδυμένου κεφαλαίου και ανάληψης κινδύνου (ενδεικτικά μικροπωλητές, μικροτεχνίτες κ.λπ.).
β) Ο αιτών να έχει «μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών». Η προϋπόθεση αυτή θεωρείται ότι συντρέχει όχι μόνο στις περιπτώσεις που έχει παύσει η εξυπηρέτηση κάθε χρέους από τον οφειλέτη, αλλά και σε περιπτώσεις που ο οφειλέτης εξακολουθεί μεν να εκπληρώνει κάποιες χρηματικές υποχρεώσεις του, προκύπτει όμως αδυναμία πληρωμής για ουσιώδες τμήμα των χρεών του. Επομένως, η εξυπηρέτηση κάποιων οφειλών δεν αρκεί για να άρει τη γενικότητα της «αδυναμίας πληρωμών». Επίσης, η αδυναμία πληρωμής προϋποθέτει έλλειψη ρευστότητας, όχι απαραίτητα έλλειψη περιουσιακών στοιχείων.
γ) Οι οφειλές του αιτούντος προς φορείς του δημόσιου τομέα (οφειλές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, τον Κ.Ε.Δ.Ε. και τον Τελωνειακό Κώδικα, οφειλές προς Ο.Τ.Α., ασφαλιστικές εισφορές προς Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης) να μην αποτελούν το σύνολο των χρεών του και να υποβάλλονται σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010 από κοινού με τις οφειλές του προς ιδιώτες πιστωτές.
2) Στη διαδικασία συλλογικής διευθέτησης οφειλών του ν. 3869/2010 ή «νόμου Κατσέλη» δεν επιτρέπεται να ενταχθούν οφειλές που: – δημιουργήθηκαν από αδίκημα που τελέσθηκε από τον οφειλέτη με δόλο ή βαρεία αμέλεια, – συνίστανται σε διοικητικά πρόστιμα ή χρηματικές ποινές – αφορούν στην υποχρέωση διατροφής συζύγου ή ανήλικου τέκνου.
3) Παρέχεται στον οφειλέτη η δυνατότητα να εντάξει στην αίτησή του οφειλές που έχουν γεννηθεί τουλάχιστον ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης και βεβαιώνονται στη Φορολογική Διοίκηση μετά από παραίτηση από την άσκηση του δικαιώματος ή και του δικογράφου οποιουδήποτε ενδίκου βοηθήματος ή μέσου ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου ή προσφυγής ενώπιον διοικητικής αρχής μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης του ν. 3869/2010 ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, εφόσον οι υποθέσεις εκκρεμούν ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων και διοικητικών αρχών και δεν έχουν ακόμη συζητηθεί.
4) Ο οφειλέτης μπορεί να εντάξει στην αίτησή του ακόμη και βεβαιωμένες οφειλές του στη Φορολογική Διοίκηση οι οποίες κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης είναι ήδη ενταγμένες σε ισχύουσα ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, κατά τις κείμενες διατάξεις (π.χ. στην «πάγια ρύθμιση» των 12 μηνιαίων δόσεων κ.λπ.), ή οφειλές που τελούν σε αναστολή διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου.
5) Για περιπτώσεις οφειλών μέχρι του ποσού των 20.000 ευρώ και υπό τις προϋποθέσεις ότι ο οφειλέτης έχει μηδενικά εισοδήματα, δεν διαθέτει ακίνητη περιουσία και τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία και οι καταθέσεις του στις τράπεζες δεν υπερβαίνουν σε αξία το ποσό των 1.000 ευρώ, προβλέπεται ταχεία διαδικασία διευθέτησης οφειλών. Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, ο Ειρηνοδίκης δύναται, κατόπιν σχετικού αιτήματος του οφειλέτη και εφόσον οι πιστωτές δεν αμφισβητούν τη συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων, να διατάξει την προσωρινή απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του και εν συνεχεία μετά την πάροδο 18 μηνών την πλήρη διαγραφή των οφειλών του.