Λόγω της πανδημίας του Κορωνοιού, πολλοί υπόχρεοι γονείς αδυνατούν πρόσκαιρα άνευ υπαιτιότητάς τους και λόγω πραγματικής οικονομικής αδυναμίας να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις διατροφής των τέκνων τους είτε διότι η επιχείρησή στην οποία εργάζονται τελεί σε αναστολή λειτουργίας, είτε διότι είναι ιδιοκτήτες τέτοιας επιχείρησης είτε τέλος διότι ανήκουν στην κατηγορία εκείνων των επαγγελματικών κλάδων που αποδεδειγμένα πλήττονται από την Πανδημία.
Η πανδημία και η εξ αυτής αναστολή της επαγγελματικής και εισοδηματικής κατάστασης των γονέων καταρχάς συνιστά καταρχήν λόγο ανωτέρας βίας.
Η παραπάνω κατάσταση μπορεί, κατά μία – λιγότερο επαχθή – άποψη, να δικαιολογήσει ακόμα και την παράλειψη καταβολής διατροφής για όσο χρόνο διαρκεί η πανδημία, κατά μία δε δεύτερη (πιο αυστηρή) άποψη, αναστέλλει προσωρινά την υποχρέωση καταβολής διατροφής, τα ποσά όμως που δεν καταβάλλονται λόγω της παραπάνω αδυναμίας, δεν διαγράφονται και καταβάλλονται από τον υπόχρεο στο μέλλον.
Τα ανωτέρω επαφίονται πολλές φορές στη μεταξύ των γονέων συμφωνία και αμοιβαία κατανόηση, με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του ανηλίκου.
Η διατροφή, αποτελεί δικαίωμα του ανηλίκου τέκνου, το οποίο καταβάλλεται στον γονέα που ασκεί την επιμέλειά του, για λογαριασμό του τέκνου, από τον υπόχρεο γονέα, είτε με δικαστική απόφαση οριστική ή τελεσίδικη, είτε με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, είτε με συμφωνία των μερών, που έχει συμπεριληφθεί σε συμβολαιογραφικό έγγραφο συναινετικής λύσης του γάμου. Το ορισθέν ποσό της διατροφής, συνήθως είναι καταβλητέο το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός και η παράλειψη καταβολής του γεννά αξιώσεις υπέρ του δικαιούχου γονέα. Αξιώσεις αστικής φύσεως, με την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης (δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών του υποχρέου, κατάσχεση είς χείρας τρίτου), και ποινικής φύσεως, καθώς η παράλειψη καταβολής διατροφής συνιστά ποινικό αδίκημα.
Στην εποχή του Κορωναιού, όμως, πώς προσαρμόζονται τα παραπάνω; Ο υπόχρεος γονέας ενδέχεται να ανήκει στην κατηγορία των εργαζομένων, που είτε η επιχείρησή του τελεί σε αναστολή λειτουργίας, είτε είναι εργαζόμενος σε αυτή και δεν λαμβάνει το μισθό του, είτε ανήκει στην κατηγορία εκείνων των επαγγελματικών κλάδων που αποδεδειγμένα πλήττονται από την Πανδημία.
Η υποχρέωση λοιπόν του γονέα προς διατροφή, εάν ανήκει σε μία από τις κατηγορίες των πληττόμενων επαγγελματικών κλάδων, μπορεί να θεωρηθεί ότι αναστέλλεται ή μετατίθεται; Μπορεί να γίνει δεκτική αναστολής ή παράτασης, ενόψει της φύσεως της διατροφής ανηλίκου τέκνου, που συνιστά αναγκαστικού δικαίου δικαίωμα, υπό την έννοια ότι αφορά την κάλυψη των τρεχουσών πάσης φύσεως αναγκών του τέκνου, όπως αυτές έχουν προσδιορισθεί από δικαστική απόφαση;
Κατά μία άποψη, εφόσον ο υπόχρεος γονέας αποδεδειγμένα τελεί σε οικονομική αδυναμία για όσο διάστημα διαρκεί η αναστολή των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων, και εφόσον ο δικαιούχος γονέας είναι σε θέση να καλύψει τις βιοτικές ανάγκες του τέκνου, τότε η πανδημία μπορεί να αξιολογηθεί ως λόγος ανωτέρας βίας, που συγχωρεί τον υπόχρεο γονέα από την παράλειψη εκπλήρωσης της υποχρέωσης διατροφής. Εάν όμως ο δικαιούχος γονέας ομοίως αντιμετωπίζει ίδιο πρόβλημα ως προς την δική του επαγγελματική δραστηριότητα, τότε την ενδεδειγμένη λύση αποτελεί η επίδειξη αμοιβαίας κατανόησης και η από κοινού κάλυψη των αναγκών του τέκνου, λαμβάνοντας υπόψη και αξιολογώντας τις λοιπές οικονομικές δυνατότητες και εισοδήματα του υπόχρεου γονέα, πχ από ακίνητη περιουσία, από την συνδρομή τρίτων προσώπων.
Κατά μία δεύτερη άποψη, ο υπόχρεος μπορεί να αναστείλει προσωρινά την δόση διατροφής για όσο χρόνο πραγματικά δεν μπορεί λόγω της κατάστασης να καταβάλλει την ορισθείσα διατροφή, πλην όμως τα ποσά αυτά θα πρέπει να τα καταβάλλει στο μέλλον, όταν η κατάσταση εξομαλυνθεί. Επομένως δεν «διαγράφονται» τα ποσά που οφείλει ως διατροφή όσο διαρκεί η επιδημία, αλλά η υποχρέωση καταβολής μετατίθεται για το μέλλον. Και φυσικά, ο δικαιούχος διατροφής έχει όλα τα μέσα ικανοποίησης της απαίτησής του, δηλαδή κατάσχεση μισθού ή τραπεζικών καταθέσεων κτλ.
Υπάρχει βέβαια και περίπτωση, που ο υπόχρεος γονέας δεν έχει επηρεαστεί ως προς την εισοδηματική του κατάσταση (λχ ο υπόχρεος εργάζεται στο Δημόσιο, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ή στον ιδιωτικό τομέα, αλλά σε επιχείρηση, που εξακολουθεί να λειτουργεί). Αυτονόητο, είναι ότι η υποχρέωση προς καταβολή διατροφής ουδόλως επηρεάζεται στην περίπτωση αυτή.
Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι η πανδημία και η εξ αυτής αναστολή της επαγγελματικής και εισοδηματικής κατάστασης των γονέων καταρχάς συνιστά λόγο ανωτέρας βίας, που εν δυνάμει και υπό προυποθέσεις, που αξιολογούνται κατά περίπτωση, μπορεί να δικαιολογήσει ακόμα την παράλειψη καταβολής διατροφής για όσο χρόνο διαρκεί η πανδημία.
Πλην όμως σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να συγχέονται οι περιπτώσεις πραγματικής αδυναμίας καταβολής διατροφής και να δημιουργήσουν άλλοθι, ώστε να παρουσιαστεί η μη καταβολή διατροφής ως ένα γενικευμένο φαινόμενο.