Οι απαιτήσεις τα σύγχρονης αγοράς ωθούν σήμερα σχεδόν κάθε επιχείρηση στην αγορά ενός domain name (όνομα χώρου), προκειμένου να δημιουργήσει την δική της ιστοσελίδα. Ωστόσο, η προστασία που παρέχεται από την αγορά του domain name αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι ελλιπής, μη ικανή να προστατεύσει αποτελεσματικά την εκάστοτε επιχείρηση.
Ειδικότερα, η διαδικασία η οποία ακολουθείται κατά την αγορά ενός domain name είναι ένας έλεγχος καθ’ όλα τυπικός, ο οποίος περιορίζεται στη διαπίστωση του αν υπάρχει ήδη καταχωρημένο άλλο πανομοιότυπο όνομα. Παραδείγματος χάριν, αν μία επιχείρηση έχει αγοράσει ως domain name την ένδειξη www.domain.gr, κανείς δεν απαγορεύει σε μία τρίτη επιχείρηση να κατοχυρώσει το όνομα www.thedomain.gr ή www.domain.com, αφού πρόκειται για ενδείξεις μη χρησιμοποιούμενες από άλλον χρήστη. Με άλλα λόγια, ο διενεργούμενος έλεγχος δεν είναι έλεγχος ουσίας, αλλά ένας αυτοματοποιημένος, θα έλεγε κανείς, έλεγχος διαθεσιμότητας της εκάστοτε ένδειξης, που ομοιάζει με αυτόν που γίνεται κατά την δημιουργία username (!) σε διάφορες εφαρμογές. Ελλοχεύει, επομένως, ο κίνδυνος να βρεθεί ο εκάστοτε επιχειρηματίας εκτεθειμένος, καθώς με μόνη την αγορά του συγκεκριμένου domain name δεν δύναται να αξιώσει τη μη χρήση παρεμφερών ενδείξεων από τρίτους.
Δεδομένης της εμφανούς αλυσιτέλειας που χαρακτηρίζει την -απαραίτητη κατά τα λοιπά- αγορά ενός domain name, ένας τρόπος απομένει προκειμένου ο δικαιούχος να είναι και νομικά προστατευμένος ως προς τη χρήση της εκάστοτε ένδειξης: η κατοχύρωσή της ως εμπορικό σήμα. Κι αυτό καθώς, αν στην ανωτέρω περίπτωση η ένδειξη domain είχε κατοχυρωθεί ως εθνικό ή ευρωπαϊκό σήμα στον ΟΒΙ, η χρήση έστω και παρεμφερούς ένδειξης από μία τρίτη επιχείρηση, είτε ως διακριτικό γνώρισμα είτε ως domain name, θα συνιστούσε προσβολή του ήδη κατοχυρωμένου σήματος, αφού θα ήταν ικανή να δημιουργήσει κίνδυνο σύγχυσης μεταξύ των δύο ενδείξεων στο καταναλωτικό κοινό. Στην περίπτωση αυτή, ο δικαιούχος θα είχε δικαίωμα να αξιώσει δικαστικά όχι μόνο τη μη χρήση του διακριτικού γνωρίσματος από τον τρίτο, αλλά και αποζημίωση για τυχόν ζημία που υπέστη από την καθ’ όλα παράνομη αυτή προσβολή του σήματός του.
Επομένως, μόνο με την κατοχύρωση του ονόματος της ιστοσελίδας ως εμπορικού σήματος, κατά την προβλεπόμενη στον ν. 4679/2020 διαδικασία, μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματική προστασία του εκάστοτε δικαιούχου, αφού η παρεχόμενη προστασία αφορά κάθε χρήση εκ μέρους τρίτων ενδείξεων όχι μόνο ταυτόσημων με ήδη κατοχυρωμένες, αλλά και παρόμοιων, ικανών να επιφέρουν κίνδυνο σύγχυσης, ενώ ο έλεγχος που διενεργείται τόσο κατά την κατάθεση του εκάστοτε σήματος όσο και σε περίπτωση αγωγής λόγω προσβολής του είναι ουσιαστικός και όχι τυπικός.