FRANCHISE – Ο FRANCHISEE ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΕΙ ΤΟ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ FRANCHISOR – ΠΟΙΟΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ;
Σε κάθε σύστημα Franchise (Δικαιόχρησης), στοιχειώδης υποχρέωση κάθε Franchisee (Δικαιοχρήστη) είναι η ανάληψη και διατήρηση των οργανωτικών μεθόδων του Franchisor (Δικαιοδότη), με την έναρξη του Franchise και κατά την διενέργεια της επιχειρηματικής του δραστηριότητας του Franchisee. Οι επί μέρους ρήτρες, τις οποίες, ο Franchisee καλείται να συνομολογήσει, για τον σκοπό αυτό (λ.χ. ρήτρα αποκλειστικής προμήθειας προϊόντων κλπ) και ιδίως το οικονομικό κόστος που προϋποθέτει η διατήρηση των οργανωτικών μεθόδων και αρχών του Franchisor είναι προϊόν και αντικείμενο Σύμβασης.
Η σύμβαση franchise είναι μια σύμβαση μεταξύ δύο συμβαλλομένων, του δικαιοδότη και του δικαιοχρήστη, στο πλαίσιο της οποίας ο δικαιοδότης παραχωρεί στο δικαιοχρήστη ένα σύνολο διακριτικών γνωρισμάτων και τεχνογνωσίας και του παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών και υποδείξεων εν μέσω της άσκησης συνεχούς ελέγχου, με σκοπό τη διαμόρφωση του καταστήματος του δικαιοχρήστη και την ένταξή του στο σύστημα του δικαιοδότη για την πώληση προϊόντων ή/και την παροχή υπηρεσιών σε τρίτους με την εντύπωση υποκαταστήματος μιας εταιρίας, υποχρεούμενος να του παρέχει διαρκή υποστήριξη και ενίσχυση για την ομαλή λειτουργία του, αλλά και να ελέγχει κάθε άλλο δικαιοχρήστη για την εξασφάλιση της ομοιομορφίας του συστήματος, ενώ ο δικαιοχρήστης υποχρεούται να καταβάλλει το προβλεπόμενο στη σύμβαση χρηματικό αντάλλαγμα, κατά τις χρονικές περιόδους που έχει συμφωνηθεί, και να τηρεί τις οργανωτικές αρχές του συστήματος, να εφαρμόζει τα διακριτικά γνωρίσματα του συστήματος και να ακολουθεί τις υποδείξεις και τις συστάσεις του δικαιοδότη.
Η αρχή της διατήρησης του οργανωτικού σχήματος του Franchisor είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την επίτευξη του σκοπού του συστήματος και τη δημιουργία εντύπωσης ενιαίας εταιρίας έναντι τρίτων. Περιλαμβάνει την υποχρέωση του δικαιοχρήστη κατά τη λειτουργία της επιχείρησής του και της διενέργειας των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων να ακολουθεί τις προβλεπόμενες για το σύστημα αρχές και να εφαρμόζει την οργανωτική του μέθοδο, κάτω από την ενιαία έναντι τρίτων εμφάνιση που εξασφαλίζει το «πακέτο».
Η παραχώρηση του «πακέτου», πολύ περισσότερο, υποδηλώνει την κοινοποίηση μίας ήδη υπάρχουσας επιχειρηματικής οργάνωσης, κατηρτισμένης από το δικαιοδότη ως κέντρο του συστήματος, σε κάθε δικαιοχρήστη κατά την είσοδό του στο σύστημα. Ο δικαιοδότης, κατά την έναρξη της συνεργασίας με τον κάθε δικαιοχρήστη, προβαίνει στη μετάδοση σε αυτόν του επιχειρηματικού του σχήματος. Αυτός έχει χαράξει την ταυτότητα του συστήματος, με επιλογή του αντικειμένου του, του κοινού προς το οποίο απευθύνεται, την επιλογή διακριτικών σημείων που προσδίδουν εταιρική ταυτότητα σε όλα τα καταστήματα του συστήματος, αυτός έχει διαμορφώσει την ενιαία διαφημιστική πολιτική για το σύστημα, αυτός αναλαμβάνει την εκπαίδευση νέων δικαιοχρηστών και του προσωπικού τους, παρέχει τεχνογνωσία (know– how) για την παρασκευή των προϊόντων ή την παροχή των υπηρεσιών, υποδεικνύει στο δικαιοχρήστη στρατηγικές οργάνωσης και μηχανογράφησης του καταστήματος και διαχείρισης της πελατείας. Με άλλα λόγια, κατά την ένταξή του στο σύστημα ο δικαιοχρήστης αποκτά έτοιμη την επιχειρηματική βάση λειτουργίας του – άλλωστε αυτός είναι και ένας από τους βασικούς λόγους επιλογής από ένα νέο επιχειρηματία της εισόδου του σε ένα σύστημα franchising.
Τα επί μέρους ζητήματα που προκύπτουν κατά την εκτέλεση των σχετικών συμβατικών όρων και ιδίως το κρίσιμο ζήτημα του ποιος αναλαμβάνει εν τέλει το κόστος της διατήρησης του οργανωτικού σχήματος του Franchisor θα εξαρτηθεί από τις διαπραγματεύσεις των μερών και το περιεχόμενο της μεταξύ τους συμφωνίας. . Είναι λοιπόν σημαντικό, οι σχετικοί αυτοί συμβατικοί όροι θα πρέπει να τύχουν εκτεταμένης επεξεργασίας και να διατυπωθούν κατά τρόπο ιδιαίτερα προσεγμένο από εξειδικευμένους στον τομέα αυτό Νομικούς, για την πλήρη διασφάλιση και κατοχύρωση των εννόμων συμφερόντων του εκάστοτε εντολέα, κατά περίσταση.